- ἀκριβεστέρους
- ἀκρῑβεστέρους , ἀκριβήςexactmasc acc comp pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θεοδόλιχος — Τοπογραφικό όργανο κατάλληλο για τη μέτρηση, με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, των αζιμουθιακών και ζενιθιακών γωνιών, που είναι απαραίτητες για τον τριγωνισμό, δηλαδή τον προσδιορισμό της θέσης σημείων της γήινης επιφάνειας, τα οποία έχουν… … Dictionary of Greek
Αβογκάντρο, Αμεντέο — (Amedeo Avogadro, conte di Quaregna e Ceretto, Τορίνο 1776 – 1856). Ιταλός επιστήμονας. Διετέλεσε καθηγητής των μαθηματικών και της φυσικής στο Βασιλικό Κολέγιο του Βερτσέλι· από το 1820 έως το 1822 είχε την έδρα της θεωρητικής φυσικής στο… … Dictionary of Greek